Αρχείο

Posts Tagged ‘Καραμπελιάς’

Βιβλιοπαρουσίαση: 1821 – Η Παλιγγενεσία

1 Δεκεμβρίου, 2015 Σχολιάστε

patra1_01-e1447926905201

Το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, 1821 –Η δυναμική της παλιγγενεσίας- Β΄ τόμος της διαμόρφωσης του νεώτερου ελληνισμού (1204-1922), που εγκαινιάστηκε με το έργο του για το 1204, περιγράφει την περίοδο της Τουρκοκρατίας και επικεντρώνεται στα χρόνια, 1700-1821.
Γράφει ο συγγραφέας στην Εισαγωγή του έργου του: «Σε μια συγκυρία βαθύτατης κρίσης του ελληνισμού, αναγκαία προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως αυτόνομο συλλογικό υποκείμενο, είναι ο απολογισμός της ιστορικής μας πορείας, δεδομένου ότι η ιδιοπροσωπία του ελληνικού έθνους είναι ιστορικής υφής. Μπορούμε να αντικρύσουμε το ίδιο μας το μέλλον μόνον εφ’ όσον έχουμε συνείδηση και γνώση της ιστορικής μας διαδρομής».
Στη μακρά πορεία των εννέα ή δέκα αιώνων του νέου ελληνισμού, δύο ιστορικοί περίοδοι σφράγισαν τις τύχες του, προδιαγράφοντας και το σήμερα. Κατά την πρώτη, 1204-1453, διαμορφώνεται ο νεώτερος ελληνισμός μέσα από την αντίσταση στη φραγκική Δύση και την τουρκική Ανατολή, πριν υποκύψει, το 1453. Κατά την δεύτερη, 1700-1922, μετά από αιώνες κρίσης και υποχώρησης, ο ελληνισμός δοκιμάζει να ανασυγκροτήσει την πνευματική και πολιτειακή του αυτονομία, επιχειρώντας μια «αναγέννηση». Αυτή η πορεία της Διαμόρφωσης του νεώτερου ελληνισμού, σκοπεύει να αναπτύξει σε μια τετράτομη μελέτη ο Γιώργος Καραμπελιάς έχοντας ήδη εκδώσει τον πρώτο τόμο το, 1204, Η διαμόρφωση του νεώτερου ελληνισμού ενώ τώρα εκδίδεται ο δεύτερος, το 1821, Η δυναμική της παλιγγενεσίας και σύντομα θα ακολουθήσει ο τρίτος , «Ο φωτισμός του Γένους». Διαβάστε περισσότερα…

Ευρώ – Δραχμή: Μόνη λύση η οικονομική αυτοδυναμία. Εσωτερικό ομολογιακό δάνειο τώρα! – Εκδήλωση στην Πάτρα 27/1

24 Ιανουαρίου, 2012 Σχολιάστε

Η Κίνηση Πολιτών Άρδην και το Κοινοτικόν σας καλούν σε εκδήλωση – συζήτηση την Παρασκευή 27 Ιανουαρίου, ώρα 7.30 μ.μ., στο «Κοινοτικόν» (πεζόδρομος Ηφαίστου 50, Πάτρα), με θέμα:

Ευρώ και Δραχμή: Μόνη λύση η οικονομική αυτοδυναμία
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΟ ΔΑΝΕΙΟ ΤΩΡΑ!
Ομιλητές:
Γ. Καραμπελιάς – Οικονομολόγος/Συγγραφέας
Β. Τσεκούρας – Νομικός

Οι πλατείες ήταν μόνο η αρχή: να πάμε ένα βήμα παραπέρα *

27 Ιουνίου, 2011 Σχολιάστε

Κι έρχεται η στιγμή

για ν’ αποφασίσεις

με ποιους θα πας

και ποιους θ’ αφήσεις

Δ. Σαββόπουλος

Οι αγανακτισμένοι έσπασαν τα μεταπολιτευτικά στεγανά και έθεσαν ξανά, έπειτα από δεκαετίες, τον ελληνικό λαό σε κίνηση. Ο κόσμος αρχίζει σιγά-σιγά να αμφισβητεί τις κυρίαρχες πολιτικές ταυτότητες και τους διαχωρισμούς του παλιού κόσμου – που από καιρό είχαν εξαντληθεί και έχασκαν σαν πουκάμισα αδειανά. Έτσι, μια ολόκληρη κοινωνία ανοίγει δρόμο μέσα από τα ερείπια του χθες, προς μια νέα εποχή.

Σήμερα, ένα νέο, αυτόνομο υποκείμενο γεννιέται στις πλατείες. Το κύριο γνώρισμά του είναι ότι συνθέτει το αίτημα για εθνική αυτοδιάθεση με εκείνα για κοινωνική χειραφέτηση και άμεση δημοκρατία. Κατά τούτο, θα λέγαμε ότι ανήκει οργανικά στη μεγάλη οικογένεια των ριζοσπαστικών κινημάτων του 21ου αιώνα. Από τη μια αμφισβητεί κατά πρόσωπο την παγκοσμιοποίηση και το εγχώριο προσωπικό της – εξ ου και η σύνθεση μεταξύ εθνικής αυτοδιάθεσης και κοινωνικής χειραφέτησης, απαραίτητη προϋπόθεση για κάτι τέτοιο και από την άλλη ξεκαθαρίζει οριστικά τους λογαριασμούς του με τα φαντάσματα των κινημάτων του προηγούμενου αιώνα, τον αυταρχισμό, τον ολοκληρωτισμό, τη διάκριση μεταξύ διευθυντών και διευθυνόμενων –γι’ αυτό και επιμένει τόσο πολύ στο αίτημα για άμεση δημοκρατία.

Ωστόσο, αυτή τη στιγμή βιώνουμε μόνο την πρώτη φάση αυτής της διαδικασίας. Την κατεδάφιση και την αποδόμηση του παλιού. Γι’ αυτό και στο πολιτικό σκηνικό χάσκει αυτή τη στιγμή ένα τεράστιο κενό, ενώ, ταυτόχρονα, παρατηρούμε μια μεγάλη κινητοποίηση από παράγοντες που μέχρι χθες είχαν πεταχτεί έξω από το μεγάλο πολιτικό παιχνίδι, ή που έπαιζαν ρόλο καθ’ όλα περιθωριακό. Εμείς δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση για τη συγκρότηση μετώπων και κινήσεων, που θα στηρίζονται στη λαϊκή βάση και το κίνημα των αγανακτισμένων, και θα το εκφράζουν έστω και μερικά, έστω και ατελώς. Διότι, τότε, ακόμα και τα ποικιλώνυμα «αντιμνημονιακά μέτωπα» θα υπόκεινταν σε έναν κάποιο έλεγχο από τη βάση του κινήματος. Διαφορετικά, εάν απουσιάζει αυτός ο έλεγχος, κινδυνεύουν να αποτελέσουν απλώς απόπειρες να επωφεληθούν και να χρησιμοποιήσουν το τεράστιο κύμα διαμαρτυρίας, που σαρώνει την ελληνική κοινωνία, χώροι και προσωπικότητες που προ πολλού έχουν φάει τα ψωμιά τους σε επίπεδο οραμάτων, ιδεολογίας και προτάσεων.

Η εποχή μας χρειάζεται πραγματικές ανατροπές κι επαναστάσεις, σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό, και όχι απορροφητήρες δυσαρέσκειας και ευκαιριακά σχήματα διαμαρτυρίας. Μια μορφή ζωής πεθαίνει, και αυτό που έχουμε να κάνουμε είναι να επινοήσουμε, μέσα από τον μεγάλο ελληνικό «Μάη» των πλατειών, μία άλλη, που ν’ απαντάει στις προκλήσεις και τα αδιέξοδα της εποχής μας, να επιτρέπει στον ελληνικό λαό να σταθεί στα πόδια του, μέσα στην κρίση της παγκοσμιοποίησης και την ολοκληρωτική ανατροπή των πλανητικών ισορροπιών. Τίποτε λιγότερο!

Γι’ αυτό και, σύντομα, θα περάσουμε σε μια φάση όπου τα ήθη, οι νέες ιδέες και οι πρακτικές, που μπουσουλάνε ακόμα σήμερα στις πλατείες, θα πρέπει να εξαπλωθούν μέσα στο σώμα της κοινωνίας και να ολοκληρωθούν σ’ ένα νέο κίνημα. Αυτό είναι το στοίχημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε από εδώ και πέρα: το εάν μπορεί να ριζώσει και να εξελιχθεί ό,τι εγκαινιάστηκε με το κίνημα των αγανακτισμένων. Στο μέτρο που θα συμβεί αυτό, θ’ αρχίσει να αλλάζει και η ελληνική κοινωνία, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις επεξεργασίας μιας πραγματικής, ρεαλιστικής και υλοποιήσιμης εναλλακτικής πρότασης στο γενικευμένο ξεπούλημα και τον εξανδραποδισμό του ελληνικού λαού, που επιχειρείται σήμερα.

Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να γεννηθούν νέοι φορείς, αυτόνομοι από τον παλιό πολιτικό κόσμο, από το σύστημα και τις δήθεν αντιπολιτευτικές του εφεδρείες, τα χθεσινά «κατεστημένα της αμφισβήτησης», φορείς που θα αναλάβουν να φέρουν σε πέρας αυτόν τον μετασχηματισμό. Και αυτό το έργο έχει δύο σκέλη, που επικοινωνούν και αλληλοτροφοδοτούνται.

Το πρώτο είναι ιδεολογικο-πολιτικό. Θα πρέπει, δηλαδή, αυτό το νέο αυτόνομο υποκείμενο να παραγάγει πολιτική, θέσεις που να υλοποιούν τις κεντρικές κατευθύνσεις πάνω στα συγκεκριμένα ζητήματα, στα εθνικά, τα κοινωνικά, τα εργασιακά, την παιδεία, στο επίπεδο της πρότασης ζωής και στον πολιτισμό.

Δεύτερο, είναι το οργανωτικό στοίχημα. Στο πως τα μέτωπα που έχτισε ο αγωνιζόμενος λαός στις πλατείες μπορούν να γεννήσουν μέτωπα μέσα στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στους χώρους της νεολαίας. Στο πως, δηλαδή, θα γεννηθούν νέες δομές που θα δώσουν διέξοδο στις τελματωμένες διαδικασίες και διεργασίες που επικρατούν σ’ αυτούς τους χώρους, με τον ίδιο τρόπο που δόθηκε η διέξοδος από τις πλατείες στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Στο πως, δηλαδή, οι αγανακτισμένοι της πλατείας θα εξελιχθούν σε αγανακτισμένους μέσα στους μαζικούς κοινωνικούς χώρους.

Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να δοθεί μια εξήγηση. Η ελληνική κοινωνία, όντας κοιμισμένη μέσα στην ύστερη μεταπολίτευση, αντιμετωπίζει τεράστια ένδεια εργαλείων για να μπορέσει να φέρει σε πέρας αυτό το έργο. Πιο απλά, όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να γίνουν πάνω στις χτεσινές πεπατημένες, με τον παραγοντίστικο τρόπο που δίδασκε ο χτεσινός δικομματισμός, ούτε με την οργανωσιακή λαγνεία της ελληνικής αριστεράς. Η ρήξη με τη μεταπολίτευση δεν μπορεί να είναι μόνον ρήξη με τις ιδέες και την κοσμοαντίληψή της.

Πρέπει να είναι και ρήξη με τις πρακτικές της, τον τρόπο με τον οποίον ασκούσε πολιτική. Ρήξη με αυτό το τόσο γνώριμο πολιτικό ον: προσωπολάτρη, χειροκροτητή και, ταυτόχρονα, τυχοδιώκτη και οπορτουνιστή, συνδικαλο-πατέρα, πολιτευτάκια, που άλλα λέει κι άλλα κάνει, που εκφυλίζει όλες τις δημοκρατικές διαδικασίες, που ανάγει τον ψευδοριζοσπαστισμό και την προσποίηση σε συστατικό στοιχείο του «επικοινωνιακού» (sic!) του προφίλ.

Και, ταυτόχρονα, πρέπει να κομίζουν και καινοτομίες, οι οποίες να εκφράζουν τις σύγχρονες πραγματικότητες που δεν χωρούν στα χτεσινά σχήματα. Να καλύπτουν τις πολλαπλές ταυτότητες που έχουν οι άνθρωποι σήμερα (ταυτόχρονα εργαζόμενοι, άνδρες ή γυναίκες, πολίτες, κάτοικοι, και, βέβαια, λαός με ταυτότητα, ιστορία και μνήμη), χωρίς να καταπιέζεται καμία από αυτές. Να βρουν μια ισορροπία μεταξύ της άμεσης δημοκρατίας και της σύνθεσης, αποφεύγοντας τον κατακερματισμό από τη μια, και τους αποκλεισμούς από την άλλη.

Η Κίνηση Ανεξαρτήτων Πολιτών, η Σπίθα του Μίκη Θεοδωράκη, με τις αρχικές διακηρύξεις της για Άμεση Δημοκρατία, έδειξε αρχικώς ότι είχε τη δυνατότητα να εξελιχθεί στο πολιτικό εργαλείο που θα μπορούσε –μαζί με άλλες πρωτοβουλίες, βέβαια– να φέρει σε πέρας ένα μεγάλο μέρος των αναγκαίων μετασχηματισμών και να αποτελέσει μια οργανωμένη βάση του κινήματος, που θα συνιστούσε και το προνομιακό όπλο για τη διαμόρφωση μετώπων με προοπτική και διάρκεια. Υπέστη, όμως, μια παλαιοκομματική οπισθοδρόμηση, και γι’ αυτό ευθύνονται, εκτός από την απειρία, και οι φοβίες, οι αντιφάσεις και οι εμμονές του ιδρυτή της, Φαίνεται ότι δεν επιλέγουμε τη συγκρότησή μας σε πραγματικό πολιτικό κίνημα, ως μία αυτόνομη δύναμη που κινείται μέσα στις πλατείες σαν το «ψάρι μέσα στο νερό», και, πάνω σε αυτή τη βάση, συγκροτούμε και ευρύτερες συμμαχίες αντίθετα, ακολουθούμε μια αυτοκτονική λογική που θα μας οδηγήσει να συρρικνώσουμε τις Σπίθες και να παίξουμε αποδυναμωμένοι το χαρτί του «αντι-μνημονιακού μετώπου» και της συνεργασίας με διάφορους «παράγοντες» κ.ο.κ.

Η ΚΑΠ χαντακώνει και τη δικιά της την εξέλιξη, γιατί ακριβώς αυτό το «Μέτωπο» σήμερα κινδυνεύει να είναι αποκλειστικά μια συνένωση προσωπικοτήτων, που θα εκφράσει ένα μέρος της λαϊκής δυσαρέσκειας. Και μια τέτοια συνένωση λειτουργεί μέσα από κλειστές, ολιγομελείς συσκέψεις, και οργανώνεται από «στρατηγεία», δεν έχει χρόνο ούτε ενδιαφέρον για τη διαμόρφωση νέων αγωνιστών, ανώτερης ποιότητας και ήθους, για τη συμμετοχή μέσα στα κινήματα, ώστε να αποτελεί κομμάτι της ίδιας της λαϊκής καθημερινότητας, ό,τι, δηλαδή, πρέπει, σήμερα, να κάνει κάποιος για να επιταχύνει τις διαδικασίες ανάδυσης ενός νέου κινήματος.

Πώς θα μπορούσαν, άραγε, να εξελιχθούν τα πράγματα; Είναι ένα πολύ κρίσιμο ερώτημα που μπορεί να μας δώσει απαντήσεις για το τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα. Η Κίνηση Ανεξαρτήτων Πολιτών κινδυνεύει να καταλήξει σε μια απλή υπόμνηση του τι θα μπορούσε να γίνει και δεν έγινε!

Διότι μια Ανεξάρτητη Κίνηση Πολιτών, αν θέλει πραγματικά να διαμορφώσει όρους ενίσχυσης και ολοκλήρωσης ενός κινήματος στην Ελλάδα, θα μπορούσε:

– Να οσμωθεί με τις πλατείες, βοηθώντας το εν τη γενέσει πολιτικό υποκείμενο να ξεκαθαρίσει γρηγορότερα τους λογαριασμούς τους με τις δυνάμεις της παλιάς αριστεράς και των άλλων κατεστημένων της αμφισβήτησης, που, μέσα από την υπερ-κινητοποίηση των στελεχών τους και τον εκφυλισμό των διαδικασιών του κινήματος, επιδιώκουν να το ελέγξουν και να το εκτρέψουν σε ένα ηττοπαθές κίνημα, που ψελλίζει τα χθεσινά κλισέ.

– Να κινητοποιήσει όλον τον ελληνικό λαό, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο μια μεγάλη καμπάνια υπογραφών που να απαιτούν δημοψήφισμα εναντίον του Μνημονίου. Μια τέτοια κίνηση θα έφερνε τον αέρα της αντίστασης και στο τελευταίο σπίτι αυτής της χώρας, ενώ, ταυτόχρονα, θα έδινε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να αυτο-οργανωθούν γύρω από έναν απλό σκοπό, δίχως διαμεσολαβήσεις και καπελώματα.

– Να συνεχίσει το μεγάλο έργο της ιδεολογικο-πολιτικής σύνθεσης, συντάσσοντας όλες τις επιμέρους και διάσπαρτες φωνές και απόψεις, που ακούγονταν μέχρι σήμερα γύρω απ’ όλα τα ζητήματα, σε έναν ενιαίο πολιτικό λόγο. Και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μέσα από την πραγματοποίηση εκδηλώσεων για κάθε ζήτημα, την κινητοποίηση πάνω σε συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία, την οργάνωση ειδικών θεματικών ομάδων δουλειάς, που ασχολούνται με κάθε πτυχή του συλλογικού μας βίου.

– Να αποπειραθεί τη μεταφορά του πνεύματος και του κλίματος των πλατειών μέσα στους μαζικούς χώρους, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μετώπων μέσα στους χώρους δουλειάς, τα πανεπιστήμια, και τις γειτονιές.

– Μόνο με αυτές τις προϋποθέσεις και τη συνακόλουθη οργανωτική ανάπτυξη της Κίνησης θα μπορούσε να οικοδομηθεί και ένα αξιόπιστο αντιμνημονιακό μέτωπο, όπου η Σπίθα θα λειτουργούσε ως ο εγγυητής της σοβαρότητάς του και της σύνδεσης με τα μαζικά κινήματα.

Γνωρίζουμε πως τα πράγματα βιάζουν, οι καιροί ου μενετοί. Και το μεγάλο στοίχημα είναι πώς το νέο, που έχει όντως γεννηθεί, από ποικίλες πρωτοβουλίες και προνομιακά από τη Σπίθα, και κορυφώνεται σήμερα στις πλατείες των αγανακτισμένων, θα αρχίσει να μετεξελίσσεται σε ένα οργανωμένο και συνεκτικό κίνημα. Θέσαμε τις προϋποθέσεις γι’ αυτό. Όμως καθυστερούμε απελπιστικά και αυτή η καθυστέρηση θα μας οδηγήσει αναπόφευκτα στην παράδοσή μας σε συμφωνίες κορυφής και μόνο και στη συρρίκνωση, ακόμα και την πιθανή διάλυση της ΚΑΠ.

16 Ιουνίου 2011

Γιώργος Καραμπελιάς

*Κείμενο που είχα γράψει πριν τη Συνδιάσκεψη της ΚΑΠ της 18η-19ης Ιουνίου και το οποίο, για να μην πυροδοτήσει τότε αντιπαραθέσεις, δεν δημοσιεύτηκε. Αντ’ αυτού, προτιμήθηκε το κείμενό μου, «Η Σπίθα και οι Αγανακτισμένοι», που είχε δημοσιευτεί στις 17 Ιουνίου στην κεντρική ιστοσελίδα της Κίνησης, όπου οι ίδιες απόψεις παρουσιάζονταν με πιο συνοπτικό και ήπιο τρόπο. Αυτές τις απόψεις μου τις γνώριζαν και πολλά μέλη της Συμβουλευτικής και άλλα μέλη των Σπιθών και, βεβαίως, οι φίλοι μου στο Άρδην, ακόμα και έξω από αυτό. Εξ άλλου, στην τελευταία Συμβουλευτική όπου συμμετείχα, στις 16 Ιουνίου, την ημέρα που είχα γράψει και αυτό το κείμενο, προσπαθούσα με επιμονή να πείσω τον Μ.Θ. πως δεν πρέπει να νιώθει εχθρότητα με τις πλατείες και το κίνημα των Αγανακτισμένων, και αυτό το γνωρίζουν και κάποιοι από αυτούς που σήμερα σιωπούν. Δημοσιοποιώ, λοιπόν, το κείμενο μου, ώστε να κατανοήσουν όλοι τα πολιτικά αίτια μιας, από πρώτη άποψη, δήθεν προσωπικής και «οργανωτικίστικης» αντιπαράθεσης. Η εμμονή στα οργανωτικά υποκρύπτει πάντα πολιτικές διαφωνίες.

Γ.Κ. 26 Ιουνίου 2011

Επιστολή παραίτησης του Γ. Καραμπελιά από τη Συμβουλευτ​ική Επιτροπή της Κίνησης Ανεξάρτητων Πολιτών (Σπίθα)

24 Ιουνίου, 2011 2 Σχόλια

«Σύντροφοι γρηγορείτε, ο παλιός κόσμος είναι ήδη πίσω σας»*…

Τα τελευταία γεγονότα στο εσωτερικό της Ανεξάρτητης Κίνησης Πολιτών έχουν τροχοδρομήσει αρνητικότατες εξελίξεις για το εγχείρημά μας. Η έλλειψη εσωτερικής δημοκρατίας, που παρατηρήθηκε στη συνδιάσκεψη, δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά συνέχεια μιας τακτικής μηνών, με διαρκείς αντεγκλήσεις και συγκρούσεις χωρίς αρχές· αυτές, δυστυχώς, δεν αντανακλούν μόνο προσωπικές στρατηγικές, ή απειρία σε επίπεδο Σπιθών, αλλά εκπορεύονται κατ’ εξοχήν από λανθασμένες επιλογές και τακτικές της ίδιας της ηγεσίας της κίνησης: Η αλλαγή τριών (ή μήπως τεσσάρων;) οργανωτικών υπευθύνων, η προώθηση πέντε ή έξι νέων «οργανωτικών» σχημάτων και η έλλειψη παραγωγής πολιτικής –δεν υπάρχει ούτε μία επιτροπή επεξεργασίας θεμάτων– καταδεικνύουν μια μονόπλευρη εμμονή σε ένα μοντέλο οργάνωσης, σύμφωνα με το οποίο οι Σπίθες λειτουργούν μόνο ως μηχανισμοί προετοιμασίας μαζικών εκδηλώσεων της ηγεσίας της κίνησης, με πενιχρή αν όχι ανύπαρκτη παρέμβαση σε μαζικά κινήματα.

Παρ’ όλα αυτά, μέχρι τη συνδιάσκεψη, έθετα σε δεύτερη μοίρα αυτές τις διαπιστώσεις μου, κρίνοντας πως η «εξωτερική» δυναμική της Κίνησης υπερκάλυπτε τις εσωτερικές αδυναμίες –κάποτε και φαιδρότητες– στη λειτουργία μας. Εξ άλλου, είχα αποδεχτεί τη συμμετοχή μου στην Προσωρινή Συμβουλευτική Επιτροπή της Κίνησης, παρά τους ενδοιασμούς μου, διότι η κρίση που περνάει η χώρα υποχρεώνει σε συστράτευση όλους όσους συμφωνούν γύρω από το τετράπτυχο, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη, οικολογική ισορροπία, άμεση δημοκρατία.

Η Συνδιάσκεψη αποτέλεσε όντως ένα σημείο καμπής, όπως έγραφα σε πρόσφατο κείμενό μου. Κατ’ αρχάς θετικά, διότι με μεγάλη προσπάθεια κατορθώσαμε να μη βγούμε διασπασμένοι από αυτήν, παρά τις αντίθετες και συντονισμένες προσπάθειες, γεγονός που δείχνει τη δύναμη ενός συλλογικού σώματος. Επειδή όμως, για κάποιους, ο κίνδυνος είναι ακριβώς η συγκρότηση ενός συλλογικού υποκειμένου που διασκέπτεται, συνεδριάζει και αποφασίζει, αμέσως μετά, επικράτησαν τα αρνητικά στοιχεία και άρχισε μια μεθοδευμένη συκοφαντική εκστρατεία, με στόχο την αποχώρηση ενός μέρους της Κίνησης. Και δεν μπορώ να ερμηνεύσω διαφορετικά την αθρόα δημοσίευση ψευδολόγων κειμένων, τη στιγμή που, επί μήνες, κείμενά μου –που συχνά είχα γράψει με προτροπή του ίδιου του Μ. Θεοδωράκη (για παράδειγμα, κείμενό μου για τις Θέσεις της Σπίθας ή για τα γεγονότα της Κερατέας, κ.λπ.)– έμειναν αδημοσίευτα σε αυτή την, ξαφνικά, τόσο «δημοκρατική» ιστοσελίδα.

Αυτά θα πρέπει να συνδυαστούν με τις πρόσφατες συμμαχίες με ένα κομμάτι του συστήματος, το οποίο γυρεύει σήμερα να επιπλεύσει πάνω σε ένα αντιμνημονιακό σωσίβιο, οπότε ο ρόλος της Σπίθας γίνεται πολύ πιο διακοσμητικός, ενώ ενισχύεται η παρουσία και ο ρόλος παραγόντων που επιζητούν εκλογική επιβεβαίωση και βουλευτικούς θώκους. Δυστυχώς, κινδυνεύουμε να βρεθούμε μπροστά σε «μια από τα ίδια», τη στιγμή που ο ελληνικός λαός, μέσα στη δίνη της κρίσης, δεν έχει ανάγκη από ένα πολιτικό σχήμα συναρμολογημένο από τα ερείπια του υπό κατεδάφιση παλιού κόσμου.

Ο ελληνικός λαός, μέσα από τον υπό εξέλιξη ελληνικό «Μάη», χρειάζεται νέα πολιτικά εργαλεία, τα οποία, μέσα στο κλίμα της πραγματικής δημοκρατίας, θα απελευθερώσουν τις δημιουργικές δυνάμεις του. Η ανάπτυξη ενός νέου μαζικού κινήματος, στο οποίο η Κίνηση και ο Μίκης Θεοδωράκης συνέβαλαν, αποτέλεσε το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση, σήμερα όμως χρειάζονται νέα βήματα και αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε, και σε αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσω να στρατεύομαι.

Οι σχεδόν πέντε δεκαετίες μιας αδιάλειπτης πολιτικής δραστηριότητας, δίχως συστημικές παρεκβάσεις, δεν μου επιτρέπουν να ανεχτώ άλλο την επανάληψη πρακτικών που οδήγησαν τον ελληνικό λαό στη σκληρότερη ματαίωση της πρόσφατης ιστορίας του και θέτουν σε κίνδυνο το νέο που γεννιέται. Και αυτή τη διαδρομή μου δεν θα την αμαυρώσουν αστεία ανταλλάγματα, όπως μια περίοπτη θέση σε ένα πολιτικό σχήμα, ή μια κοινοβουλευτική έδρα.

Το δικό μου όραμα είναι φτιαγμένο από άλλα υλικά. Γι’ αυτό και σας κοινοποιώ την παραίτησή μου από την Προσωρινή Συμβουλευτική Επιτροπή της ΚΑΠ, η οποία υπήρξε όντως και κατ’ εξοχήν «συμβουλευτική»! Για περισσότερες εξηγήσεις και λεπτομέρειες θα επανέλθω αν και όταν χρειαστεί.

 

Υ.Γ. Κάποιοι, ανενδοίαστα, αναφέρονται υβριστικά στο Άρδην και τη Ρήξη. Μπορώ να πληροφορήσω τους καλόπιστους –όχι βέβαια τους υβριστές–, ότι το Άρδην από το 1996 και η Ρήξη σε δύο περιόδους μετά το… 1980, αποτελούν συλλογικά εγχειρήματα μιας αναγνωρισμένης ποιότητας με εκατοντάδες συνεργάτες και συμβολή όσο κανένα άλλο έντυπο στην Ελλάδα στη διαμόρφωση του ιδεολογικού χώρου στον οποίο κινείται και η ΚΑΠ. Μερικοί από αυτούς συμμετέχουν στη Σπίθα, όχι όλοι βεβαίως, ούτε καν ολόκληρη η συντακτική επιτροπή των εντύπων μας. Και αν επαίρομαι για κάτι δεν είναι για τα δεκάδες βιβλία που έχω γράψει, ούτε για τους προσωπικούς μου αγώνες, όσο για το ότι μέσα στις πιο δύσκολες συνθήκες έχω συμβάλει στη διαμόρφωση συλλογικών υποκειμένων που διαμορφώνουν ανθρώπους με υψηλό πνευματικό επίπεδο, γενναίο φρόνημα και υψηλό ήθος. Αυτό το ήθος που λείπει από τους υβριστές και όσους δεν πάσχισαν ποτέ ειλικρινά για τίποτε το συλλογικό στη ζωή τους.

 

Γιώργος Καραμπελιάς

* Σύνθημα από τους τοίχους του Μάη του ’68