Αρχική
> Εθνικά θέματα, Εκδηλώσεις, Ελλάδα, Κοινωνία, Νεο-Οθωμανισμός, Πολιτική > Διάλεξη Βλάση Αγτζίδη στο «Κοινοτικόν»: βίντεο και φωτογραφίες.
Διάλεξη Βλάση Αγτζίδη στο «Κοινοτικόν»: βίντεο και φωτογραφίες.
Ο χώρος εναλλακτικής παρέμβασης «Κοινοτικόν»
(πεζόδρομος Ηφαίστου 50, Πάτρα)
Το Σάββατο 9 Μαρτίου, 6.30 μ.μ., οργάνωσε
Εκδήλωση – Διάλεξη του ιστορικού Βλάση Αγτζίδη,
με θέμα:
«Η ανολοκλήρωτη Επανάσταση του 1821, η Μικρασιατική Καταστροφή και ο Ποντιακός Ελληνισμός του Καυκάσου»
Αγτζίδης Ομιλία – «Κοινοτικόν» Πάτρα from vaslat on Vimeo.
Αγτζίδης Ερωτήσεις – «Κοινοτικόν» Πάτρα from vaslat on Vimeo.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε όλους τους συμπολίτες μας για την παρουσία τους αφενός, και για την διάθεσή τους για συζήτηση αφετέρου, η οποία έδωσε ένα χαρακτήρα πιο απτό στην εκδήλωσή μας.
Δεσμευόμαστε να συνεχίσουμε στο ίδιο επίπεδο ποιότητας, με ακόμα πιο εμπλουτισμένη θεματολογία.
«Κοινοτικόν»
Κατηγορίες:Εθνικά θέματα, Εκδηλώσεις, Ελλάδα, Κοινωνία, Νεο-Οθωμανισμός, Πολιτική
στο 11:40, υποστηρίζεται ότι «δεν υπήρχαν Τούρκοι πριν από την εμφάνιση του τουρκικού εθνικισμού. Κανένας μουσουλμάνος που κυριάρχησε δεν αναγνώριζε τον εαυτό του ως Τούρκο»
Τότε, πώς εξηγείται ότι στον «Ιστορία και θρύλοι των Παλαιών Σουλτάνων (1300-1400)» (Ελισάβετ Α. Ζαχαριάδου, ΜΙΕΤ) συναντάμε στο στόμα «Τούρκων» και «Ελλήνων» τον όρο «Τούρκοι» με εθνική σημασία, κι όχι απλώς τους όρους «μουσουλμάνοι» ή «Οθωμανοί»;
Και μιλάμε για τον 14ο-15ο αιώνα, για τους ιτοτινούς στορικούς Γιαχσή-Φακίχ, Ασήκ-Πασάζαντε και Νεσρή.
Κεφ. 2ο, σσ. 125, 126, 128. Κεφ. 5ο, σελ. 134 (ο τούρκος συγγραφέας βάζει Έλληνες να κάνουν λόγο για Τούρκους). Κεφ. 9ο, σελ. 139 (Έλληνες). Κεφ. 11ο, σελ. 142. Κεφ. 17ο, σελ. 150 (Έλληνες). Κεφ. 22ο, σελ. 157 (Έλληνες), ό.π., σελ. 158, ό.π., σελ. 158 (Έλληνες), ό.π., σελ. 158, ό.π., σελ. 158, ό.π., σελ. 158 (Έλληνες), ό.π., σελ. 158, ό.π., σελ. 158 (Έλληνες), ό.π., σελ. 158. Κεφ. 23ο, σελ. 160. Κεφ. 23ο, σελ. 161. Κεφ. 25ο, σελ. 165. Κεφ. 26ο, σελ. 166. Κεφ. 30ό, σελ. 172. Ό.π., σελ. 172. Ό.π., σελ. 172 (Έλληνες). Ό.π., σελ. 172 (Έλληνες). Κεφ. 32ο, σελ. 176. Κεφ. 34ο, σελ. 179 (τουρκικός λαός). Κεφ. 41ο, σελ. 189. Κεφ. 41ο, σελ. 189. Κεφ. 41ο, σελ. 190. Κεφ. 46ο, σελ. 195. Κεφ. 46ο, σελ. 195. Κεφ. 54ο, σελ. 204
π.χ. Ήρθε είδηση ότι υπέφεραν πολύ από την πείνα και ζητούσαν αφορμή για να δώσουν το κάστρο τους…Ο άρχοντας άκουσε ότι ήρθαν οι Τούρκοι και έφυγε…
Ο Ορχάν γαζή δέχτηκε. Ο άρχοντας και πάλι ζήτησε να μην πειράξουν οι Τούρκοι τους απίστους…
Ήταν ένας άπιστος που ήταν πολύ παλικάρι. Από τότε που οι Τούρκοι πέρασαν στη Ρούμιλη
Όταν ο άρχοντας της Καλλίπολης είδε πως οι Τούρκοι τον είχαν περιζώσει
κοκ
@ Γιάννη
Αν κατάλαβα καλά την τοποθέτηση, ο όρος Τούρκος δήλωνε το θρήσκευμα και όχι την εθνότητα ή αν θες, η εθνότητα καθοριζόταν από το θρήσκευμα και όχι από την καταγωγή, τη φυλή, τη γλώσσα, κλπ. Πριν από 1 χρόνο στο Κοινοτικόν έγινε μια πολύ ενδιαφέρουσα διάλεξη από τον Στέφανο Κορδώση ( ΕΔΩ ) ο οποίος σε μια θαυμάσια ιστορική ανάλυση αποδείκνυε ότι την εποχή της κατάληψης του Βυζαντίου από τους Τούρκους, σχεδόν τίποτα δεν είχε απομείνει από τα αρχικά τουρκικά φύλα και μάλιστα η ύστερη χρήση της λέξης «Τούρκος» πέρασε στο Βυζάντιο από τους Πέρσες, οι οποίοι με αυτόν τον όρο χαρακτήριζαν διάφορα νομαδικά φύλα που έκαναν επιδρομές στα βόρεια σύνορά τους (αν θυμάμαι καλά, διότι δυστυχώς το βίντεο από εκείνη τη διάλεξη δεν είναι διαθέσιμο για τεχνικούς λόγους…). Σε αυτό, Κορδώσης και Αγτζίδης ταυτίζονται, με τον Κορδώση μάλιστα να το επεξηγεί εξαντλητικώς με επιστημονικά τεκμήρια, παρόλο που οι δυό τους δεν έχουν κοινή ακαδημαϊκή, επιστημονική ή προσωπική διαδρομή.
εξαποδώ,
Εντάξει: Η άποψη (τόσο του Αγτζίδη όσο και άλλων ιστορικών) ότι το Τούρκος ήταν θρησκευτικός όρος, είναι γνωστή. Η απορία μου παραμένει, ότι αν οι Τούρκοι δεν αυτοχαρακτηρίζονταν τους 14ο και 15ο αι. εθνοτικά ως «Τούρκοι», τότε πώς εξηγείται η εμφάνιση του όρου με την εθνοτική του σημασία στα γραπτά των προαναφερθέντων τοτινών Τούρκων ιστοριογράφων.
Ο ΄Αρης Μωραϊτης έγραφε στο «Τότε» τεύχος 50:
«… «Οι Τούρκοι ήσαν ένας λαός νομαδικός, ο οποίος στα τέλη του 11ου αιώνα φάνηκε στα ανατολικά όρια της Μικράς Ασίας. Ενίκησαν το παρηκμασμένο Βυζαντινό κράτος και εγκαταστάθηκαν ανάμεσα σ’ ένα πληθυσμό πολύ πιο προηγμένο πολιτιστικά απ’ αυτούς. Ιδρυσαν ηγεμονίες και βαθμιαία επεβλήθησαν. Εξ ‘αρχής, διαμόρφωσαν μια κατάσταση όπου ο Τούρκος ήταν συνώνυμος με τον γενναίο πολεμιστή, ο οποίος ήταν ο φυσικός κυρίαρχος άλλων λαών. Ο κυρίαρχος αυτός, ζούσε με τις εισφορές των ραγιάδων και μονοπωλούσε την εξουσία. Ανέπτυξε μια μεγάλη και σταθερή αυτοεκτήμηση, η οποία για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα δεν του επέτρεψε να επηρεασθεί ούτε κατ’ ελάχιστο από τις μεγάλες αξίες των λαών που είχαν υποδουλώσει, ούτε από τις αξίες των Ευρωπαϊκών λαών. Το ιδεώδες του κυρίαρχου πολεμιστή, μαζί με τα μεγάλα οικονομικά και ψυχολογικά οφέλη που συνεπάγονταν, σαγήνευσε μεγάλα τμήματα των υποδούλων λαών, οι οποίοι αντάλλαξαν τις σταυρωμένες αξίες τους με την δυνατότητα για εξουσία, που έδινε η ιδιότητα του Τούρκου. Δεδομένου ότι οι πρώτοι Τούρκοι που εισέβαλαν στην Μικρά Ασία ήταν πολύ λίγοι σε σχέση με τον γηγενή Ελληνικό πληθυσμό, πολύ γρήγορα το σώμα του Τουρκικού λαού απαρτίστηκε από Ελληνες, οι οποίοι, έπειτα από μια μακρά διαδικασία αλλοιώσεων και μεταλλαγών, κατέληξαν να προσχωρήσουν στον τουρκισμό. Η εθνογένεση των Τούρκων αποτέλεσε, ταυτοχρόνως, και την εξωτερική εκδήλωση του αρνητικού της εθνικής μας ψυχής. Η Ελληνική ψυχή, αφού έφερε στον κόσμο, ως δώρο, την ατομική συνείδηση και διαφοροποίηση,ανακυκλώθηκε πάλι στην αμορφία της Ανατολής, παράγοντας τον «Τούρκο». Είχε προηγηθεί μια μακρά επώαση και χρειάστηκε η δράση ενός καταλύτη για να γεννηθεί μέσα στην Ελληνική ψυχή ο «Τούρκος».
Οι Τούρκοι λοιπόν, σάρκα από την σάρκα μας, απορροφημένοι από την μανία για κυριαρχία – εξουσία, έφτιαξαν μια μεγάλη αυτοκρατορία, όπου οι ρόλοι ήταν καθορισμένοι με ακρίβεια και ακαμψία. Οσο η αυτοκρατορία επεκτείνονταν, η Τουρκική συνείδηση του κυρίαρχου πολεμιστή είχε μια πλατιά πρακτική βάση να στηρίζεται. Οταν ξεκίνησε η αργόσυρτη συρρίκνωση της αυτοκρατορίας η Τουρκική αυτοεκτήμηση άρχισε να υφίσταται ρήγματα, αλλά η πραγματικότητα της ζωής στήριζε ακόμη τις απαιτήσεις της Τουρκικής ψυχής. Ο Τούρκος ακόμη κι αν ήταν φτωχός, απέναντι σε έναν πλούσιο Χριστιανό διατηρούσε την αίσθηση της επιβολής και υπεροχής του. Ορισμένες βιαιότητες και αυθαιρεσίες, έπειθαν Χριστιανούς και Τούρκους για το ποιος έχει την εξουσία. Ομως στο πέρασμα του χρόνου, διαμορφώθηκε μια κατάσταση που για την Τουρκική ψυχή αποτελούσε οδυνηρή εμπειρία. Στην καρδιά του κράτους τους, στην Μικρά Ασία, τα Χριστιανικά έθνη των Ελλήνων και των Αρμενίων, παρ’ όλο που ζούσαν κάτω από τη βία μιας ανεξέλεγτης εξουσίας, παρ’ όλο που δεν είχαν καμιά διασφάλιση, προόδευσαν σε όλους τους τομείς της ζωής και βαθμιαία ανέλαβαν την οικονομική ηγεσία της χώρας. Ετσι, αποδείχθηκε πρακτικά στους Τούρκους, ότι τα «ιδεώδη» της δύναμης και της κυριαρχίας δεν είναι στην πραγματικότητα η πραγματική δύναμη κι ότι οι περιφρονημένες αξίες των ραγιάδων, κατά παράξενο τρόπο, εγκλείουν μέσα τους δύναμη….
Ο Ελληνας είδε στον «Τούρκο» απλώς τον αποτρόπαιο εχθρό κι όχι τον χαμένο εξ αίματος αδελφό, όπως είναι στην πραγματικότητα. Συνεπώς, όλες εκείνες οι κινήσεις για προσέγγιση και συνδυασμό παρελήφθησαν και οι Ελληνες στην Μικρά Ασία συνάντησαν την καθολική συσπείρωση του Τουρκικού στοιχείου. Στις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται μετά τον αφανισμό των Ελλήνων και των Αρμενίων, η Τουρκική Ταυτότητα μπαίνει σε καταλυτική κρίση. Γιατί η έννοια «Τούρκος» υπάρχει μόνο σε σχέση με τον ραγιά. Αν ο ραγιάς δεν υπάρχει, τότε ούτε και ο Τούρκος υπάρχει. Γιατί ψυχολογικά ο Τούρκος, επειδή δεν ριζώνει σε πραγματικές αξίες, δεν είναι αυτόφωτος και αυτάρκης, όπως ακριβώς και η ημισέληνος. Ο Τούρκος μπορεί να υπάρχει μόνο στο μέτρο που μπορεί να ασκεί το πάθος του εξουσιάσου, γι αυτό ακριβώς τον λόγο λέμε ότι είναι εξαρτημένος και ετερόφωτος.
Γιατί, αν δεν κυριαρχεί δεν μπορεί να ζει ήσυχα και ειρηνικά από την ικανοποίηση των δικών του έργων. Είναι εξαρτημένος από τον Τούρκο….»
Επίσης για το εθνολογικό μωσαϊκό της Τουρκίας, ο Π. Ροδάκης έχει γράψει 4 άρθρα στα
τεύχη 28,29,30,31 του ΤΟΤΕ
Επίσης ενδιαφέρον έχει και η παρακάτω άποψη:
«Η τουρκική εθνική ταυτότητα.
Οι τούρκοι ως ομάδα πληθυσμού με μια εθνική ταυτότητα εμφανίστηκαν, συγκρινόμενοι με τα άλλα βαλκανικά έθνη, με σχετική καθυστέρηση. Μέχρι σχεδόν τον 20ο αιώνα ο όρος «τούρκος» δεν χρησιμοποιούνταν από τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας παρά μόνο σαν υποτιμητικός χαρακτηρισμός.
Ο όρος «Τουρκία» πρωτοεμφανίστηκε το 1190 μ.Χ. στα δυτικά έγγραφα και θα χαρακτηρίσει επίσημα τη χώρα μόνο μετά το 1923. Οι τουρκόφωνοι και οι άλλοι λαοί του οθωμανικού κράτους επέλεγαν μια σειρά από θρησκευτικές, φυλετικές,νομαδικές, εθνοτικές,γλωσσικές κ.α. ταυτότητες για να προσδιοριστούν.
Για πολλούς αιώνες η λέξη «Τούρκος» ή «Τουρκομάνος» δεν χρησιμοποιήθηκε παρά με την έννοια του αγράμματου και άξεστου μουσουλμάνου χωριάτη.
Η λέξη «τουρκικά» σήμαινε τη γλώσσα που μιλούσε ο απλός λαός αλλά ο όρος «Τούρκος», ακόμα και στο τέλος του 19ου αιώνα, δεν χρησιμοποιούνταν για να προσδιορίσει το λαό [3].
Ο γνωστός στη σημερινή Τουρκία εθνικός ήρωας και συγγραφέας Ναμίκ Κεμάλ στο επαναστατικό και εθνικό θεατρικό του έργο «Η πατρίδα ή η Σιλίστρα» κάνει λόγο για τον απλό χωριάτη, τον αποκαλεί «Τούρκο» και τον χαρακτηρίζει «απλοϊκό» και ανίδεο σαν το «βόδι που ζεύουμε στο άροτρο»: «[…] οι Τούρκοι που ντύνονται με χωριάτικες κάπες, εκείνοι οι χωριάτες με τη γλυκιά λαλιά και το ήπιο πρόσωπο, εκείνοι οι κακόμοιροι, τους οποίους δεν θέλουμε να δούμε διαφορετικούς από τα βόδια που ζεύουμε στο άροτρο… »[4].
Ένας συνεργάτης του Ατατούρκ και γνωστός συγγραφέας, ο Γ.Κ. Καραοσμάνογλου, αφηγείται στο μυθιστόρημά του «ο Ξένος» -που εξέδωσε το 1932-ότι οι αγρότες που συνάντησε το 1921 στη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου στη Μικρά Ασία δήλωναν «μουσουλμάνοι» και ότι σαν «Τούρκους» ήξεραν μόνο κάποιους νομάδες στις γειτονικές πεδιάδες, εννοώντας τους «Τουρκομάνους» (Türkmen) [5].
Ο Ν. Κεμάλ το 1872, αλλά και μέχρι το θάνατό του το 1888, θα κάνει λόγο για «Οθωμανούς» και δεν θα παρατηρήσει τίποτα το επιλήψιμο στην υποτιμητική έννοια του «Τούρκου».
Ο Αϊντεμήρ [6] στα απομνημονεύματά του, γράφει: «εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε τίποτα το κοινό μεταξύ του λαού και των διανοουμένων οι οποίοι είχαν αναδειχτεί μέσα από το λαό… Οι φαντάροι με την λέξη Τούρκος εννοούσαν τους Κιζιλμπάσιδες (Kızılbaş: μια σιιτική αίρεση), δεν ήξεραν τι ακριβώς σήμαινε η λέξη Τούρκος αλλά καταλάβαιναν ότι ήταν κάτι το κακό» [7]….»
http://dimitrisdoctor2.blogspot.gr/2007/11/blog-post_4979.html
Υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, ένα θεμελιώδες λάθος στην εννοιολογική προσέγγιση των εθνών, είτε αναφερόμαστε στο ελληνικό έθνος, είτε στο τουρκικό έθνος, είτε στο οποιοδήποτε άλλο. Στο ίδιο λάθος πέφτει, κατά τη γνώμη μου, τόσο η «εθνοαποδομιτική σχολή», που ουσιαστικά ταυτίζει την έννοια του έθνους με εκείνη του υπηκόου ενός συγκεκριμένου κράτους όσο και η «φυλετική σχολή» που ταυτίζει το έθνος με τη φυλή. Λόγω του λάθους που κάνουν, αμφότεροι διαστρεβλώνουν την ιστορία, για να επιβεβαιώσουν τη λανθασμένη εννοιολογική τους προσέγγιση.
Η συνέχεια ενός έθνους, δεν επιβεβαιώνεται αποκλειστικά από το πως αυτοκαθορίζεται ονομαστικά αυτή η ομάδα λαού κατά τη διάρκεια του χρόνου, ούτε αποκλειστικά από τη γενεαλογική του συνέχεια.
Κρίσιμο είναι το πως προσδιορίζουμε το έθνος αυτό σήμερα.
Εμείς, δηλαδή λέμε π.χ.σήμερα ότι το ελληνικό έθνος, σήμερα αποτελείτε από τους κοινωνούς της ελληνικής γλώσσας και παιδείας (χωρίς να είναι, υποχρεωτικά η αποκλειστική ή κυρίαρχη γλώσσα του υποκειμένου) της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης (που έχουν ουσιαστική επιρροή στα ήθη και έθιμα των Ελλήνων, και χωρίς να αποκλείονται οι άθεοι ή αλλόπιστοι) και των κοινών αναφορών στις πολιτειακές (ιδίως τις δημοκρατικές), αντιστασιακές και φιλοσοφικές παραδόσεις από την Αρχαία Ελλάδα ως τις μέρες μας, δια μέσω του Βυζαντίου. Κοινωνοί των παραπάνω ήσαν μέλη πολλών φυλών, και κάτοικοι πολλών περιοχών της Ανατολικής Μεσογείου τουλάχιστον μέχρι το 1922.
Κάνοντας αυτόν τον εννοιολογικό προσδιορισμό, αποκαλούμε Έλληνες διαμέσω των αιώνων, όσους είχαν τα στοιχεία αυτά, ασχέτως αν αυτοαποκαλούνταν Έλληνες, Αθηναίοι, Σπαρτιάτες, Ρωμαίοι, Ρωμιοί, ΜωραΪτες, Χριστιανοί, Πόντιοι, ή οτιδήποτε άλλο, και ασχέτως αν είχαν καταγωγή δωρική, σλαβική, αρβανίτικη, σαρακίνικη, ή οτιδήποτε άλλο.
Με την ίδια προσέγγιση μπορούμε να προσεγγίσουμε και τα εννοιολογικά στοιχεία και την ιστορική συνέχεια του Τουρκικού έθνους.
Πέραν από την έννοια του Τούρκου υπηκόου, εγώ προσωπικά θα προσδιόριζα ως Τούρκο εκείνον που είναι κοινωνός της μουσουλμανικής παράδοσης της Ανατολίας(με την ευρύτητα που έθεσα και για τη ορθόδοξη παράδοση) που είναι κοινωνός της τουρκικής ή των βασικών γλωσσών που διαμόρφωσαν την σύγχρονη τουρκική γλώσσα, που μετέχει της παράδοσης της «κυρίαρχης ομάδας της Ανατολίας», συμμετοχή για την οποία είναι «περήφανος»(θυμηθείτε τη ρήση του Κεμάλ «Περήφανος που είμαι Τούρκος»), και που χαρακτηρίζεται από την αποδοχή και τη συμμετοχή της επιβολής της κυριαρχίας χωρίς καμία ηθική αναστολή.
Ένας Τούρκος, ενδεχομένως, θα έδινε άλλον εννοιολογικό προσδιορισμό στον εαυτόν του σήμερα, για να διακρίνει την έννοια του Τούρκου από αυτήν του υπηκόου του Τουρκικού κράτους.
Το σημαντικό, όμως είναι, όταν αναφερόμαστε στους Τούρκους σε εποχές προγενέστερες της δημιουργίας του Νεο-Τουρκικού κράτους, είναι να δούμε ποιοι είχαν τα χαρακτηριστικά αυτά στην σύγχρονη, την Οθωμανική, ή ακόμα και την προ-οθωμανική εποχής.
Αλλιώς δεν μιλάμε για έθνη, αλλά για φυλές, ή για υπηκόοους.
Συγγνώμη που δεν παραθέτω βιβλιογραφικές αναφορές, μιας και δεν είμαι συστηματικός μελετητής της ιστορίας, αλλά σίγουρα έχω επηρεαστεί από την αντίληψη που κυριαρχεί στο χώρο του Άρδην, όσο και από άλλα μου αναγνώσματα.
Ελπίζω, με τις φτωχές μου γνώσεις, να συνέβαλα στη συζήτηση.
Νίκος Κόμπλας
θα προσδιόριζα ως Τούρκο εκείνον που είναι κοινωνός της μουσουλμανικής παράδοσης της Ανατολίας(με την ευρύτητα που έθεσα και για τη ορθόδοξη παράδοση) που είναι κοινωνός της τουρκικής ή των βασικών γλωσσών που διαμόρφωσαν την σύγχρονη τουρκική γλώσσα, που μετέχει της παράδοσης της “κυρίαρχης ομάδας της Ανατολίας”, συμμετοχή για την οποία είναι “περήφανος”(θυμηθείτε τη ρήση του Κεμάλ “Περήφανος που είμαι Τούρκος”), και που χαρακτηρίζεται από την αποδοχή και τη συμμετοχή της επιβολής της κυριαρχίας χωρίς καμία ηθική αναστολή
Και πριν από τον Κεμάλ δεν είναι δύσκολο να γίνει λόγος για τουρκομουσουλμανική ταυτότητα. Οι «Τούρκοι» δεν ήταν οι Άραβες ούτε απλώς Μουσουλμάνοι, και δεν υπήρξε κοινή αραβοτουρκική ταυτότητα. Οι μουσουλμάνοι Άραβες αντιστάθηκαν στους μουσουλμάνους Οθωμανούς τον 16ο αι. κατά την υποταγή τους και εξεγέρθηκαν αρκετές φορές αργότερα τον ίδιο αιώνα. Οι Σελτζούκοι του 13ου αι. επέβαλαν με νόμο την τουρκική γλώσσα ως επίσημη. Οι Οθωμανοί του 18ου θεωρούσαν την τουρκική στοιχείο εκπολιτισμού των βαλκάνιων Μουσουλμάνων. Η ελληνική που χρησιμοποιήθηκε από τον Πορθητή σε κάποια έγγραφά του ήταν μια μειξοβάρβαρη γλώσσα, και φυσικά ότι η ύπαρξη αραβοπερσικών στοιχείων στην οθωμανική γλώσσα δεν την έκανε τουρκική, όπως και η νεοελληνική πριν από την «κάθαρσή» της δεν είναι μια ακαταλαβίστικη «άλλη γλώσσα» από τη σημερινή δημοτική.
Το πρόβλημα δημιουργήθηκε γιατί από την αρχή δεν ξεκαθαρίστηκε για τι πράγμα μιλάμε: για φυλή, για θρησκευτικη ομάδα, για εθνότητα, για πολιτικό έθνος. Τι συνείδηση είχαν οι συγκεκριμ΄νεοι που ανήσκαν σ’ αυτό το πράγμα; Είχαν τουρκική εθνική συνείδηση; Μήπως απλώς διαιώνιζαν τα αρχικά πολιτιστικά στοιχεία του κατακτητή ως στοιχεία κυριαρχίας και εξουσίας, ενώ από πολλές γενιές ο αρχικός κατακτητής είχε εξαφανιστεί; Το τελευταίο το βρίσκω πιθανότερο.