Αρχείο

Posts Tagged ‘αντίσταση’

ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΤΙ ΚΑΝΑΜΕ ΤΟΤΕ του Δημητρίου Σαραντάκου από την εφημερίδα «Εμπρός» της Μυτιλήνης

31 Αυγούστου, 2011 Σχολιάστε

ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΤΙ ΚΑΝΑΜΕ ΤΟΤΕ

του Δημητρίου Σαραντάκου από την εφημερίδα «Εμπρός» της Μυτιλήνης 

Πριν από λίγες μέρες παρακολούθησα στην τηλεόραση ένα αξιόλογο ντοκυμαντέρ, που με αδιάσειστα στοιχεία έδειχνε την κλοπή που γίνεται σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών από τους κερδοσκόπους. Φρούτα και λαχανικά, που τα αγοράζουν οι μεσάζοντες από τον παραγωγό λίγα λεπτά του ευρώ, πουλιούνται στον καταναλωτή 2,3 ή και 4 ευρώ, αποφέρουν δηλαδή κέρδη της τάξεως των 500% έως 900%. Παρόμοια ασυδοσία στην κερδοφορία μονάχα με τη μαύρη αγορά της Κατοχής μπορεί να συγκριθεί.

Το γεγονός αυτό και πολλά παραπλήσια ενισχύουν την άποψη πολλών πως βιώνουμε κάποιαν ιδιότυπη μορφή κατοχής. Δεν ήρθανε ξένα στρατεύματα να καταλάβουν τη χώρα, αλλά η ουσία είναι η ίδια. Τις αποφάσεις για την πορεία της οικονομίας, της κοινωνικής ζωής, της παιδείας και της περίθαλψης δεν τις παίρνει η νόμιμη, δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, αλλά ξένα κέντρα αποφάσεων. Η κυβέρνηση απλώς εκτελεί τις εντολές τους και το δυστύχημα είναι πως τις εκτελεί με απίστευτη προχειρότητα και τσαπατσουλιά.

Πρέπει, λοιπόν, να συνειδητοποιήσουμε πως βιώνουμε ένα είδος κατοχής. Αλλά κάθε κατοχή παραπέμπει σε αντίσταση. Μαθημένα τα βουνά από τα χιόνια. Μόνο που αντίσταση δεν προϋποθέτει ντε και καλά βία και ένοπλη πάλη. Άλλωστε, και η άλλη Αντίσταση μη θαρρείτε πως άρχισε με τα ντουφέκια. Αυτά ήρθαν πολλούς μήνες αργότερα. Το ουσιαστικότερο ίσως γνώρισμα της Εθνικής Αντίστασης στα χρόνια της εχθρικής κατοχής ήταν ο αυθορμητισμός που χαρακτήριζε το ξεκίνημά της. Τέτοια αυθόρμητη αντιστασιακή ενέργεια, με εθνικό και πολιτικό συνάμα χαρακτήρα, ήταν το τόλμημα του Μανώλη Γλέζου και του Απόστολου Σάντα, να κατεβάσουν τη χιτλερική σημαία που μόλυνε το βράχο της Ακρόπολης. Διαβάστε περισσότερα…

Advertisement

Το μπόι ενός πιτσιρικά…

27 Αυγούστου, 2010 1 Σχολιο

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη

Α. Τάσσου, ξυλογραφία στη μνήμη των εκτελεσμένων της Καισαριανής

Δεν ξέρω αν είναι κατάρα ή ευλογία να ΄χεις ακουστά -πρόσωπο με πρόσωπο- ιστορίες ιδωμένες από τα μάτια ανθρώπων σαν τον Μανώλη Γλέζο. Μα τούτες οι μέρες του Αυγούστου –επέτειος της άλλης σφαγής της Κοκκινιάς- φέρανε τέτοιες θύμισες. Ήτανε λέει στο σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του ’44, που οι «προοδευμένοι» και «πλεονασματικοί» -σήμερα- στον προϋπολογισμό τους κατακτητές, εκτελέσανε 200 πατριώτες. Γνωστή η Ιστορία σχεδόν σε όλους. Άγνωστη η ΙΣΤΟΡΙΑ, έτσι, με κεφαλαία γράμματα, ενός πιτσιρικά 12 χρονώ που συνελήφθη με τους υπόλοιπους άνδρες.

 Στήθηκαν όλοι στον μεγάλο μαντρότοιχο με αντίκρυ τους τα θηριώδη πολυβόλα. Κι έτσι καθώς ήτανε οργανωμένοι οι κατακτητές –όπως και σήμερα- και δεν ήθελαν τίποτα να αφήνουν στην τύχη, πάκτωσαν τα πυροβόλα σε ψηλές τσιμεντένιες εξέδρες, έτσι που το ύψος βολής να φτάνει ένα αντρίκιο μπόι. Δεν είχε γίνει πρόβλεψη για παιδιά. Στις προοδευμένες δυτικές κοινωνίες τα παιδιά δεν προβλέπεται να στήνονται απέναντι στα αποσπάσματα. Μα τι κρίμα, σε τούτο τον έρμο τόπο, ένα παιδί, ένα δωδεκάχρονο παλληκαράκι που δεν θυμούμαι πια το όνομα του, στάθηκε απέναντι στα πολυβόλα .Εύστροφος ο «μικρός» καθώς έκοβε το μάτι του, πήρε χαμπάρι πως το μπόι του ήταν κάτω από τη γραμμή του θερισμού. Κι ανασηκώθηκε στα ακροδάχτυλα…να μην τη βγάλει καθαρή…να μην κουτσοβολευτεί αυτός δίπλα στους πεθαμένους…ένα δωδεκάχρονο παιδί ανασηκώθηκε στ’ ακροδάχτυλα…και γίνηκαν με μιας αυτοί οι 2-3 πόντοι, χιλιόμετρα ήθους. Όταν αρχίνισαν τα όργανα του θανάτου, όχι μόνο κανείς δεν έσκυψε να φυλαχτεί, μα κι ένα παιδί, ένα παιδί, ανασηκώθηκε για να μην ξεφύγει…

Πώς γίνηκε και οι πιτσιρικάδες που μεγάλωσαν από τότε, όσοι γλυτώσανε, όσοι γεννήσανε παιδιά, πως γίνηκε να φτιάξουνε ένα λαό που σκύβει συνέχεια για να φυλαχτεί…

Πώς γίνηκε σε 60 χρόνια δρόμου, να κοντύναμε όλοι τόσο πολύ και μας νοιάζει μοναχά να περάσει το κεφάλι μας κάτω απ’ τα μέτρα, να μην μας αγγίξουνε εμάς και τσιμέντο οι άλλοι γύρω μας…

Πώς γίνηκε σε δυο γενιές να θάφτηκε τόσο ήθος, κάτω από εισαγόμενα μπιχλιμπίδια και πλαστικά πλήκτρα…

Τώρα, απέναντι στα ίδια πακτωμένα πυροβόλα, στέκεται βουβός ένας ολόκληρος λαός με την ψυχή του κουρελιασμένη, όλοι «μοραίοι και άβουλοι αντάμα» , θεατές της ζωής μας με μόνη έννοια μην μας πέσει η σακούλα με το ποπ κόρν από τα σφιγμένα ποδάρια μας…

Τώρα που πακτώνουν στα τσιμέντα την ίδια τη ζωή και το μέλλον του τόπου μας…

Κι αν είναι αλήθεια αυτό που μας διδάξαν οι γιαγιάδες μας, πως ζωντανοί και πεθαμένοι σ’ αυτό τον τόπο είναι της ίδιας κοινότητας «μετέχοντες», αλίμονο μας σαν γυρίσει ο κύρης μας…και θα γυρίσει είμαι βέβαιος αργά ή γρήγορα…θα απλώσει ένα μακρύ κόκκινο κορδόνι στο μπόι ενός δωδεκάχρονου πεθαμένου…να δει…να ελέγξει…πόσων το μπόι μίκρυνε και περνά από κάτω…κι αν έμεινε κανείς που να μην χωρά… θα τον γλυκοφιλήσει σταυρωτά στα μάγουλα και θα κάμει το σταυρό του…ότι το γένος των Ελλήνων δεν εχάθηκε!

 26.08.10